Σαββατόβραδο και επέτειος του ΟΧΙ σήμερα, όμως λέω ναι σε μια χειμαρρώδη συνέντευξη με τη συγγραφέα Ευθυμία Δεσποτάκη!
Κυρία Δεσποτάκη, καλωσορίσατε στο blog "Όμορφη μέσα έξω". Από ποια ηλικία και μετά μπήκατε στην “περιπέτεια” της συγγραφής; Επίσης σε ποιες περιόδους της ζωής σας νιώθατε πιο επιτακτική την ανάγκη να γράψετε και γιατί;
Καλώς σας βρήκα! Την πρώτη φορά που θυμάμαι τον εαυτό μου να λέει «θέλω να γίνω συγγραφέας», ήμουν στην τρίτη δημοτικού, γράφοντας ένα ποίημα στο πίσω μέρος από το κουτί μιας καινούργιας κούκλας. Το θυμάμαι πολύ έντονα, ίσως επειδή η κούκλα ήταν μια από εκείνες που τους τραβούσες τα μαλλιά να μακρύνουν και για κάποιον λόγο μύριζε πετρέλαιο. Λένε πως οι μυρωδιές κάνουν τις αναμνήσεις μας πιο έντονες και ξεκάθαρες.
Γράφω πάντα. Δύσκολα θα μείνω χωρίς μολύβι και χαρτί. Μπορεί να μην είναι πάντα λογοτεχνικό το κείμενο, αλλά γράφω πάντα. Το στρες συνήθως με μπριζώνει - συγχωρέστε μου την έκφραση και την ανορθογραφία, αλλά έτσι είναι, μπαίνω στην πρίζα. Τις καλύτερές μου ιδέες τις είχα μεσούσης ή επικειμένης εξεταστικής περιόδου στο σχολείο ή στο πανεπιστήμιο ή στο ΙΕΚ. Ειδικά τον Απρίλιο όμως με πιάνει οίστρος κανονικός. Κάθε Απρίλιο. Δεν ξέρω να το εξηγήσω το γιατί.
Έχετε δεχτεί επιρροές από κάποιον ή κάποιους συγγραφείς / ποιητές; Ποιος είναι ο πιο αγαπημένος σας συγγραφέας / ποιητής;
Δε νομίζω πως γίνεται αλλιώς. Διαβάζεις κάτι, το θαυμάζεις, σε μαγεύει. Δε γίνεται να μείνεις ο ίδιος άνθρωπος μετά, αν μείνεις ο ίδιος τότε το βιβλίο απέτυχε. Καταπίνεις το μήνυμα, το ύφος, το θέμα, το διυλίζεις μέσα σου, το προσφέρεις στους άλλους. Δε γίνεται αλλιώς. Τώρα ποιος με επηρέασε περισσότερο; Δεν ξέρω, ειλικρινά. Μπορώ να αραδιάζω ονόματα μέχρι αύριο το πρωί, και πάλι δε θα τα έχω πει όλα. Αγαπώ τον Τσιφόρο και τον Λουίς Σεπούλβεδα, τον Ερωτόκριτο και τον Έριχ Μαρία Ρεμάρκ, τον Μυριβήλη και τον Ρόμπερτ Χάουαρντ, την Αργυρώ Μαντόγλου και την Αμάντα-Αλίκη Μαραβέλια και τα Αιθιοπικά του Ηλιόδωρου και τον Λουκιανό και την Ούρσουλα ΛεΓκεν.
Η συγγραφή τι σημαίνει για εσάς, ιδίως δε η συγγραφή του φανταστικού;
Θα ξεκινήσω από το προφανές: είναι ένα χόμπι. Με ξεκουράζει, με ηρεμεί. Άλλοι λύνουν σουντόκου, εγώ γράφω. Το φανταστικό με βοηθάει να εξασκώ το μυαλό μου. Προσπαθώ οι κόσμοι που πλάθω να είναι συνεπείς στη λογική τους. Είναι ένας τρόπος να αντιμετωπίσω την πραγματικότητα: αποστασιοποιούμαι από αυτήν και ταυτόχρονα εξετάζω τα δικά της προβλήματα, απλώς υπό άλλες συνθήκες, υπό άλλες λογικές. Ένας αναποφάσιστος χαρακτήρας θα έχει παρόμοια προβλήματα και στον δικό μας κόσμο και σε έναν φανταστικό, στον φανταστικό κόσμο όμως μπορεί να σκεφτεί μια άλλη λύση για τα προβλήματά του, να ωριμάσει αλλιώς. Και μέσω των ηρώων μου, προσπαθώ να δω κι εγώ αν μπορώ να λύσω τα προβλήματά μου και στον πραγματικό κόσμο. Είναι κανονική ψυχοθεραπεία και με έχει βοηθήσει πάρα πολύ. Όπως είπε και μια φίλη, συγγραφέας του φανταστικού κι αυτή, η Βάσω Χρήστου, γράφω φανταστικό, γιατί δε μπορώ να κάνω αλλιώς.
Η γραφή είναι μοναχική διαδικασία και απαιτεί πολύ χρόνο και περισυλλογή. Θα μπορούσατε να φανταστείτε τον εαυτό σας, χωρίς να γράφει;
Όχι. Έχω σταματήσει κατά καιρούς να γράφω λογοτεχνία, αλλά να γράφω όχι. Επιστολές, άρθρα, συνταγές μαγειρικής, αλλά γράφω πάντα.
Συμμερίζεστε την άποψη ότι η λογοτεχνία του φανταστικού έχει συγκεκριμένο αναγνωστικό κοινό τουλάχιστον για τα ελληνικά δεδομένα, κι αν ναι, για ποιο λόγο πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό;
Δε θα έλεγα "συγκεκριμένο" κοινό. Θα έλεγα "περιορισμένο". Οι λόγοι είναι οι ίδιοι που έκαναν και την αστυνομική λογοτεχνία ανάγνωσμα για λίγους μέχρι πριν μερικά χρόνια: λάθος εντυπώσεις. Ένα τερατώδες ποσοστό αναγνωστών περιμένει να διαβάσει κάτι ανόητο ή ανούσιο ή και τα δύο, όταν ξεκινάει ένα βιβλίο της λογοτεχνίας του φανταστικού. Δεν περιμένουν στιβαρή γλώσσα, ενδιαφέρουσα πλοκή, ζωντανούς χαρακτήρες. Το πιο τραγικό, δεν περιμένουν να διαβάσουν κάτι που να έχει κάποιον προβληματισμό, να έχει κάποιο "ηθικό δίδαγμα" (και χρησιμοποιώ εισαγωγικά γιατί είμαι κάθετα αντίθετη με το φαινόμενο του διδακτισμού στη λογοτεχνία). Εφόσον οι αναγνώστες περιμένουν κάτι τέτοιο, δεν ψάχνουν, δεν ενημερώνονται και σαν συνέπεια, δεν ξέρουν να επιλέξουν ένα καλό βιβλίο φαντασίας, ανοίγουν ένα στην τύχη και με βάση τη στατιστική -για κάθε καλό βιβλίο έχουν εκδοθεί χίλια σκουπίδια-, θα πέσουν σε σκουπίδι. Και βγάζουν τα συμπεράσματά τους από αυτό το ένα σκουπίδι που τους έτυχε. Κάποια στιγμή πρέπει να διορθώσουμε αυτήν την εσφαλμένη εντύπωση. Υπάρχουν υπέροχα βιβλία εκεί έξω, μαγικά βιβλία. Είναι κρίμα να μένουν αδιάβαστα από μια παρεξήγηση.
Το πρότελευταίο βιβλίο σας έχει τον τίτλο “Πνεύματα: μια ιστορία της Πικρής Στροφής” και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Mamaya. Μιλήστε μας λίγο για αυτό. Ποια είναι η πηγή εμπνευσής του και τι μηνύματα θέλατε να περάσετε στους αναγνώστες του;
Πρόκειται για ένα μυθιστόρημα τοποθετημένο σε έναν κόσμο που θυμίζει την ελληνιστική Αλεξάνδρεια. Ο νεαρός Παγκράτης προσπαθεί να επιβιώσει κάνοντας ό,τι περνάει από το χέρι του, σε μια πόλη στην οποία έχει αρχίσει να ανθίζει ο κοσμοπολιτισμός, σε ένα βασίλειο με αυστηρή εξωτερική πολιτική και δεδομένες κοινωνικές δομές. Είναι όμορφος και ξύπνιος και καταφερτζής, απόγονος ξακουστών πολεμιστών και έχει ταλέντο να φτιάχνει μηχανές που λειτουργούν με ατμό. Η ζωή του θα αλλάξει όταν εμφανιστεί ένας παράξενος πρίγκιπας από τη διπλανή κατεχόμενη χώρα κι η μάγισσα σκλάβα που τον ακολουθεί.
Είχα κουραστεί να διαβάζω ψευδομεσαιωνικό φανταστικό. Βασιλιάδες και κόμητες και δούκες και ιππότες και το σπαθί στην πέτρα. Ήθελα κάτι που να μου μιλάει, στην καρδιά μου, όπως μίλησε κάποτε ο Ερωτόκριτος και ο Ικαρομένιππος του Λουκιανού. Είχα κάνει κάποιες προσπάθειες στο παρελθόν, όχι ιδιαίτερα επιτυχημένες που τις έχω κρατήσει στο συρτάρι μου. Ήθελα κάτι ελληνικό, κάτι που να πηγάζει από αυτά που είμαι, από την παιδεία μου και την ανατροφή μου.
Έτυχε εκείνη την εποχή να παρακολουθήσω μια ομιλία για την τεχνολογία των αρχαίων Ελλήνων και να επισκεφτώ την περιοδεύουσα έκθεση αρχαίας ελληνικής τεχνολογίας του Μουσείου Κώστα Κοτσανά (http://kotsanas.com/index.php) Κάτι κλείδωσε εκεί. Είχα ιδέα, είχα φλόγα. Είχα και ήρωα. Μεγάλωσα στον Βύρωνα, πήγαινα για καφέ στο Παγκράτι. Ήταν δυνατόν να μην ονομάσω τον ήρωά μου Παγκράτη;
Επίσης ήθελα κάτι που να μην έχει συνέχειες, να μην είναι πρώτο από σειρά. Ένα από τα πιο πονεμένα θέματα στο ελληνικό φανταστικό είναι ότι όλοι ξεκινάνε με το πρώτο βιβλίο μιας τριλογίας κι η τριλογία αυτή δεν ολοκληρώνεται ποτέ. Ήθελα, για να συστηθώ στο κοινό, να δώσω μια πλήρη ιστορία, κάτι που να περιέχει στον ίδιο τόμο το «μια φορά κι έναν καιρό» και το «ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα».
Τώρα τι μηνύματα θα ήθελα να περάσω… η βασική ιδέα του βιβλίου είναι η αλλαγή. Όπως το νερό που περνάει από τον πάγο στο υγρό κι από κει στον ατμό κι όμως μένει νερό, έτσι κι ο άνθρωπος οφείλει να αλλάζει, να βελτιώνεται, να προοδεύει. Πώς μπορείς να αλλάξεις, να περάσεις από το εγώ στο εμείς και πάλι να είσαι ο ίδιος. Πώς μπορείς να μην συμβιβαστείς, αλλά και να συνεισφέρεις. Πώς μπορείς να αμφισβητείς και ταυτόχρονα να βοηθάς.
Πόσος χρόνος χρειάστηκε, για να το γράψετε, και τι δυσκολίες συναντήσατε ενδεχομένως;
Την πρώτη γραφή την ολοκλήρωσα το 2012, μέσα σε 30 μέρες, στα πλαίσια ενός διαδικτυακού συγγραφικού παιχνιδιού που λέγεται NaNoWriMo (εγώ έπαιζα στο ελληνικό του αντίστοιχο μέσω του sff.gr, που το λέμε SFFWriMo). Το παιχνίδι δεν έχει έπαθλο, αλλά ζητάει να γράψεις μια νουβέλα 50.000 λέξεων μέσα στις 30 μέρες του Νοεμβρίου. Τα Πνεύματα γράφτηκαν, λοιπόν, μέσα σε έναν μήνα. Μετά το άφησα, με είχε κουράσει η υπερένταση του παιχνιδιού. Το ξανάπιασα το 2015, το μεγάλωσα κατά 40,000 λέξεις και τελικά έφτασε εδώ που έφτασε.
Δυσκολίες είχε πολλές, αν ήταν εύκολα τα πράγματα δε θα μου άρεσε, νομίζω! Από το στήσιμο του κόσμου που ήθελα να μοιάζει ελληνιστικός αλλά να μην είναι, την οργάνωση των μηχανικών λεπτομερειών που έπρεπε να ειπωθούν, ώστε να μην παραβαίνουν τους νόμους της φυσικής, έως το πιο απλό, να μοιάζουν οι χαρακτήρες που φαντάστηκες σαν πραγματικοί άνθρωποι κι όχι από πλαστελίνη. Ένα μεγάλο πρόβλημα ήταν η χρήση κάποιων λέξεων που ένας τέτοιος κόσμος δεν θα είχε ακόμη μάθει, όπως λέξεις με αραβική ή λατινική καταγωγή. Ή πράγματα που ήξερα ότι έχουν ελληνικά ονόματα αλλά κανείς, εκτός από τους ειδικούς δεν τα ξέρει, όπως ο μεντεσές/στροφέας ή το ζελέ/γέλη. Αυτά ήθελαν πολλή δουλειά και προσοχή, και δεν είμαι ακόμα εντελώς σίγουρη ότι δε μου ξέφυγε κάποιο.
Επίσης την περασμένη άνοιξη διακριθήκατε στον διαγωνισμό φανταστικής λογοτεχνίας “Φαντασία 2017” με το διήγημά σας “Γιατί οι Κοςς ταξιδεύουν πάντα προς τη Δύση”, το οποίο συμπεριλαμβάνεται στον συλλογικό τόμο “Το έπος της φαντασίας: Αδιέξοδο”. Ποιο είναι το θέμα του και τι σας ώθησε να ασχολειθείτε με αυτό;
Ήταν ένα παλιότερο κείμενο, ένα είδος θεογονίας ή εθνογενετικού μύθου για έναν λαό που έπλασα για το έργο που δουλεύω τώρα. Μιλάει για τους Κοςς, που ήταν νομάδες κοντά στη λίμνη Τσίβι και πώς ο Διαβολέας αποφάσισε να τους εξοντώσει. Είναι γραμμένο σαν μεγάλο επικό ποίημα, κάτι που υποθέτω πως θα μπορούσε να απαγγέλει μπροστά στον αρχηγό της φυλής ο σαμάνος της. Με γοητεύουν αυτά τα αρχετυπικά κείμενα, με τις εναλλαγές μέτρου και ρυθμού, τραγουδιού και αφήγησης. Δίνουν το στίγμα ενός λαού, τον χαρακτήρα του. Αλλιώς νιώθεις όταν διαβάζεις το Έπος του Γκιλγκαμές, αλλιώς όταν διαβάζεις τη Θεογονία του Ησίοδου.
Ανάμεσα στα βιβλία σας και στις πολυάριθμες συμμετοχές σε συλλογικούς τόμους και περιοδικά υπάρχει κάποιο έργο, στο οποίο να έχετε πλάσει κάποιον χαρακτήρα ως το alter ego σας;
Υπάρχει ένα τέτοιο κείμενο, αλλά είναι τόσο πρωτόλειο που δε νομίζω ότι θα το δει ποτέ κανείς τυπωμένο! Εκτός αν το διορθώσω, αλλά θέλει τόσες αλλαγές που πια δε θα είμαι εγώ μέσα του. Η ηρωίδα λέγεται Ναρουάλις κι είναι το άβαταρ με το οποίο κυκλοφορώ συνήθως στο διαδίκτυο. Υπάρχουν άνθρωποι που ακόμα με λένε Ναρού, χωρίς να ξέρουν τι και πώς.
Ποιο είναι το πρώτο άτομο που διαβάζει ολοκληρωμένα τα έργα σας και γιατί;
Ο σύντροφός μου και προσφάτως σύζυγος. Είναι ο συγγραφέας Ελευθέριος Κεραμίδας. Εδώ ίσως έπρεπε να πω περισσότερα, αλλά δεν είμαι σίγουρη πως μπορώ. Κάποια πράγματα είναι πιο πολύτιμα από την κουβέντα γι’ αυτά.
Θα μας αποκαλύψετε τα επόμενα συγγραφικά σας σχέδια;
Τον Οκτώβρη ξανακυκλοφόρησε το πρώτο μου βιβλίο, μια συλλογή διηγημάτων φαντασίας, με τίτλο "Μέσα απ’ το Γυαλί και άλλες ιστορίες από ημιτελείς Στροφές". Είναι διπλάσιο από την πρώτη έκδοση, καθώς περιέχει και όλα τα διηγήματα φάνταζι που έχω εκδώσει ή δημοσιεύσει τα τελευταία δέκα χρόνια. Ταυτόχρονα θα έχω 100 αντίτυπα από το τρίτο μέρος της κωμικής σειράς ηρωικής φαντασίας "Κόμπες ο Ντερλικωτής", με τίτλο "Το Μαργαριτάρι του Χάρατς". Αυτό διανεμήθηκε δωρεάν στο τρίτο ΦantastiCon, στις 7 και 8 Οκτωβρίου. Στις τελευταίες διορθώσεις είναι και το πρώτο βιβλίο από μια σειρά φαντασίας που προγραμματίζω για το 2018. Το θέμα του είναι λίγο προβοκατόρικο, οπότε θα πω μόνο για τον τίτλο της σειράς: Ξέφτια της Πλέξης.
Τι θα συμβουλεύατε σε κάποιον που σκέφτεται να εκδώσει για πρώτη φορά λογοτεχνικό έργο του, αλλά διστάζει λόγω της οικονομικής κρίσης;
Σε τέτοιες εποχές κρατάω πάντα στο πίσω μέρος του μυαλού μου δύο αντικρουόμενες αλήθειες. Η μια είναι πως δε χρειάζεται να βιάζεσαι. Κι η δεύτερη πως δε χρειάζεται να καθυστερείς. Κρίση ή όχι, όταν ένα έργο είναι έτοιμο, ώριμο, παιδεμένο, πρέπει να βγει παραέξω, να διαβαστεί. Αλλά πρέπει να είναι και έτοιμο και ώριμο και παιδεμένο. Να είναι το καλύτερο που μπορείς να κάνεις. Τότε μη νοιαστείς και κυνήγα το. Αλλιώς δούλεψε κι άλλο. Η δουλειά δεν έκανε ποτέ κακό σε κανέναν.
Κυρία Δεσποτάκη, σας ευχαριστώ θερμά για την τιμή να απαντήσετε στις ερωτήσεις μου! Εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία σε κάθε σας ενασχόληση και να έχετε πάντα έμπνευση για νέα, δημιουργικά ταξίδια!
Εγώ ευχαριστώ, για την όμορφη κουβέντα και για την όμορφη ευχή. Κάθε φορά, προσπαθώ να κάνω το ταξίδι όσο πιο όμορφο μπορώ. Ελπίζω κι υπόσχομαι κάθε επόμενο να είναι καλύτερο και πιο μαγικό.
Βιογραφικό:
Η Ευθυμία Δεσποτάκη γεννήθηκε το 1975 στην Αθήνα και σπούδασε Γεωλογία και Γεωγραφικά Συστήματα Πληροφοριών στην ίδια πόλη. Δουλεύει ως ιδιωτική υπάλληλος στο χώρο της ενέργειας κι αυτό της δίνει την ώθηση να γράφει πολλές μικρές ιστορίες και μερικές μεγαλύτερες, κυρίως φανταστικού περιεχομένου. Είναι ενεργό μέλος της ελληνικής φανταστικής σκηνής από το 2006 και μέλος του sff.gr, του μεγαλύτερου ελληνικού φόρουμ σχετικά με το φανταστικό. Επίσης είναι ιδρυτικό μέλος του Πολιτιστικού Συλλόγου Φίλων του Φανταστικού - ΦantastiCon και της συγγραφικής ομάδας Άρπη, με την οποία φιλοδοξεί να διαδώσει την ελληνική φανταστική λογοτεχνία. Άρθρα και βιβλιοκριτικές της εμφανίζονται σε free-press έντυπα και ηλεκτρονικά περιοδικά, ενώ διηγήματά της εμφανίζονται και θα εμφανιστούν στα περιοδικά "Συμπαντικές Διαδρομές" και "Ε.Φ. ΖΙΝ", στην Ανθολογία Ελληνικού Φανταστικού Διηγήματος "Θρύλοι του Σύμπαντος", στην προσωπική της συλλογή διηγημάτων "Μέσα απ' το γυαλί" και στο Διαδίκτυο.
Μπορείτε να βρείτε την Ευθυμία Δεσποτάκη στο προφίλ της στο Facebook, στη σελίδα της Κόμπες ο Ντερλικωτής ή στο ιστολόγιό της Διαβάζοντας το Βιβλίο των Συμβάντων, όπου δημοσιεύει διηγήματα και σχολιάζει θέματα λογοτεχνίας.
Και μην ξεχνάς:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου